Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος: Περί Λογισμών Βλασφημίας

Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος: Περί Λογισμών Βλασφημίας



Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος: Περί Λογισμών Βλασφημίας
ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ
Περὶ λογισμῶν βλασφημίας

ΑΠΟ ΔΗΛΗΤΗΡΙΩΔΗ ρίζα καὶ φοβερὴ μητέρα -ἐννοῶ τὴν μολυσμένη ὑπερηφάνεια- ἀκούσαμε προηγουμένως ὅτι προέρχεται ἕνας πολὺ φοβερὸς ἀπόγονος, δηλαδὴ ἡ ἀνέκφραστη βλασφημία. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ τὴν φέρωμε στὴν μέση, διότι δὲν εἶναι τυχαῖος ἐχθρός, ἀλλὰ ἐχθρὸς καὶ ἀντίπαλος φοβερώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλον. Τὸ δὲ χειρότερο εἶναι, ὅτι δὲν μπορεῖς εὔκολα νὰ τὴν ἐκφράσης καὶ νὰ τὴν ἐξομολογηθῆς ἢ νὰ τὴν στηλιτεύσης ἐνώπιον πνευματικοῦ ἰατροῦ. Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ πολλὲς φορὲς αὐτὴ ἡ ἀνόσιος ἔφερε πολλούς σε ἀπόγνωσι καὶ ἀπελπισία καὶ κατέστρεψε κάθε τους ἐλπίδα, ὅπως τὸ σαράκι τὸ ξύλο.
2. Αὐτὴ λοιπόν, αὐτὴ ἡ παμμίαρη βλασφημία εὐχαριστεῖται πολλὲς φορὲς κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἁγίων συνάξεων καὶ ἀκόμη τὴν φρικτὴ ὥρα τῆς τελέσεως τῶν Μυστηρίων νὰ ὑβρίζη τὸν Κύριον καὶ τὰ τελούμενα ἅγια μυστήρια. Ἀπὸ αὐτὸ ἀντιλαμβανόμεθα πλήρως ὅτι δὲν τὰ πρόφερε τὰ ἀνείπωτα καὶ ἀσεβῆ καὶ ἀκατανόητα ἐκεῖνα λόγια ἡ ἰδική μας ψυχή, ἀλλὰ ὁ ἀντίθεος δαίμων, ὁ ὁποῖος ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, διότι καὶ ἐκεῖ σκέφθηκε νὰ βλασφημήση τὸν Κύριον.
Διότι ἂν ἦταν ἰδικά μου τὰ ἄσεμνα καὶ ἀπρεπῆ ἐκεῖνα λόγια, πῶς δέχομαι τὸ δῶρο τῆς Θείας Κοινωνίας καὶ τὸ προσκυνῶ; Πῶς μπορῶ νὰ ὑβρίζω καὶ νὰ δοξολογῶ συγχρόνως;
3. Πολλοὺς πολλὲς φορὲς ὁ ἀπατεὼν δαίμων τῆς βλασφημίας τοὺς ὡδήγησε σὲ παραφροσύνη.
Διότι κανεὶς ἄλλος λογισμὸς δὲν εἶναι τόσο δύσκολος στὴν ἐξαγόρευσί του ὅσο αὐτός. Γι᾿ αὐτὸ πολλὲς φορὲς σὲ πολλοὺς ἐγήρασε μέσα τους. Καὶ ὡς γνωστὸν τίποτε δὲν ἰσχυροποιεῖ τοὺς δαίμονες καὶ τοὺς λογισμοὺς ἐναντίον μας, ὅσο τὸ νὰ τοὺς τρέφωμε καὶ νὰ τοὺς ἀποκρύπτωμε μέσα στὴν καρδιά μας ἀνεξομολόγητους.
4. Κανεὶς ἂς μὴ θεωρῆ τὸν ἑαυτόν του αἴτιο γιὰ τοὺς λογισμοὺς τῆς βλασφημίας. Ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος εἶναι καρδιογνώστης, γνωρίζει καλὰ ὅτι δὲν εἶναι ἰδικά μας αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ λόγια καὶ οἱ σκέψεις, ἀλλὰ τῶν ἐχθρῶν μας.
5. Ἡ μέθη εἶναι αἰτία στὸ νὰ σκοντάφτη κάποιος. Ὁμοίως καὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι αἰτία τῶν ἀπρεπῶν λογισμῶν. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐσκόνταψε εἶναι ἀναίτιος γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ θὰ τιμωρηθῆ πάντως, διότι ἐμέθυσε.
6. Ὅταν ἐσταθήκαμε νὰ προσευχηθοῦμε, ξεσηκώθηκαν ἐναντίον μας οἱ ἀκάθαρτοι ἐκεῖνοι καὶ ἀνείπωτοι λογισμοί. Καὶ μόλις ἐτελειώσαμε τὴν προσευχή, ἔφυγαν ἀμέσως. Διότι δὲν συνηθίζουν νὰ μάχωνται ἐκείνους ποὺ δὲν τοὺς μάχονται.
7. Ὄχι μόνο τὸν Θεὸν καὶ τὰ θεῖα ὁ ἄθεος αὐτὸς δαίμων βλασφημεῖ, ἀλλὰ καὶ προφέρει μέσα στὸν νοῦ μας μερικὰ αἰσχρότατα καὶ ἄπρεπα λόγια, γιὰ νὰ ἐγκαταλείψωμε τὴν προσευχὴ ἢ γιὰ νὰ πέσωμε σὲ ἀπόγνωσι. Ἔτσι πολλοὺς τοὺς ἐμπόδισε ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ πολλοὺς τοὺς ἀπεμάκρυνε ἀπὸ τὰ Μυστήρια.
Σὲ μερικοὺς κατέτηξε τὰ σώματα ἀπὸ τὴν λύπη. Ἄλλους ὁ πονηρὸς αὐτὸς καὶ ἀπάνθρωπος τύραννος τοὺς ἐδάμασε μὲ τὴν νηστεία καὶ δὲν τοὺς ἐπέτρεψε τὴν παραμικρὴ ἀνακούφισι.
Καὶ κατώρθωσε νὰ πείση ὄχι μόνο τους κοσμικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς μοναχούς, ὅτι δὲν τοὺς ἀπολείπεται πλέον καμμία ἐλπίδα σωτηρίας καὶ ὅτι εἶναι ἐλεεινότεροι ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀπίστους καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς εἰδωλολάτρες ἀκόμη.
8. Ὅποιος ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς βλασφημίας καὶ θέλει νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπ᾿ αὐτό, ἂς ἐννοήση καλὰ ὅτι αἰτία αὐτῶν τῶν λογισμῶν δὲν εἶναι ἡ ἰδική του ψυχή, ἀλλὰ ὁ ἀκάθαρτος δαίμων, ποὺ εἶπε κάποτε πρὸς τὸν Κύριον: «Ταῦτα πάντα σοὶ δώσω, ἐὰν πεσῶν προσκυνήσῃς μοι» (Ματθ. δ´ 9).
Γιὰ τοῦτο καὶ ἐμεῖς ἂς τὸν περιφρονοῦμε καὶ ἂς μὴ ὑπολογίζωμε καθόλου τὰ λεγόμενά του καὶ ἂς τοῦ λέγωμε: «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ. Κύριον τὸν Θεόν μου προσκυνήσω καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσω» (πρβλ. Ματθ. δ´ 10)· «σοῦ δὲ ἐπιστρέψει ὁ πόνος καὶ ὁ λόγος ἐπὶ τὴν κεφαλήν σου, καὶ ἐπὶ τὴν κορυφήν σου ἡ βλασφημία σου καταβήσεται» (πρβλ. Ψαλμ. ζ´ 17) ἐν τῷ νῦν αἰώνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι».
9. Ὅποιος προσπαθεῖ νὰ παλαίψῃ ἐναντίον τοῦ δαίμονος τῆς βλασφημίας μὲ διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν προηγούμενο τρόπο, ὁμοιάζει μ᾿ ἐκεῖνον ποὺ ἐπιχειρεῖ νὰ συλλάβη τὴν ἀστραπὴ μὲ τὰ χέρια του. Διότι πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ συλλάβη ἢ νὰ ἀντειπῆ ἢ νὰ παλαίψῃ ἐναντίον ἐκείνου ποὺ ἐπέρχεται στὴν καρδιὰ ξαφνικὰ σὰν ἄνεμος, ποὺ εἶναι τὰ λόγια του γρηγορώτερα ἀπὸ τὴν ριπὴ τοῦ ὀφθαλμοῦ, καὶ ποὺ ἀμέσως γίνεται ἄφαντος;
10. Ὅλοι οἱ ἐχθροὶ ἵστανται ἀπέναντί μας καὶ μάχονται καὶ ἀργοῦν κάπως καὶ δίνουν καιρὸ στὸν ἀνταγωνιστή τους. Αὐτὸς ὅμως ὄχι! Ἀλλὰ μόλις φάνηκε ἔφυγε, καὶ μόλις ὡμίλησε ἀνεχώρησε.
11. Πολλὲς φορὲς τοῦτος ὁ δαίμων συνηθίζει νὰ εἰσχωρῆ στὸν νοῦ τῶν πιὸ ἁπλῶν καὶ πιὸ ἀκεραίων, διότι αὐτοὶ θορυβοῦνται καὶ ταράσσονται ὑπερβολικά, πολὺ περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Καὶ σ᾿ αὐτούς, ἔχομε τὴν γνώμη, ὅτι ὁ πόλεμος ὀφείλεται ἐξ ὁλοκλήρου στὸν φθόνο τῶν δαιμόνων καὶ ὄχι στὴν οἴησι.

12. Ἂς παύσωμε νὰ κρίνωμε καὶ νὰ κατακρίνωμε τὸν πλησίον, καὶ τότε δὲν πρόκειται νὰ φοβηθοῦμε τοὺς λογισμοὺς τῆς βλασφημίας. Διότι ἀφορμὴ καὶ ρίζα τοῦ δευτέρου εἶναι τὸ πρῶτο.
13. Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι κλεισμένος σ᾿ ἕνα σπίτι, ἀκούει τὰ λόγια αὐτῶν ποὺ περνοῦν ἀπ᾿ ἔξω, χωρὶς νὰ συνομιλῆ μαζί τους.
Παρομοίως καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ζῆ μὲ αὐτοσυγκέντρωσι, ταράσσεται ἀκούοντας τὶς βλασφημίες ποὺ προφέρει διερχόμενος ὁ διάβολος.
14. Ὅποιος περιφρονεῖ τοῦτον τὸν δαίμονα, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ πάθος. Ὅποιος σοφίζεται νὰ ἀγωνισθῆ ἐναντίον τοῦ διαφορετικά, στὸ τέλος νικᾶται. Διότι ἐκεῖνος ποὺ προσπαθεῖ νὰ συλλάβη τὰ πνεύματα μὲ λόγια, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ προσπαθεῖ νὰ κλείση κάπου τοὺς ἀνέμους. Κάποιος ἐκλεκτὸς μοναχός, ἐνοχλούμενος εἴκοσι χρόνους ἀπὸ τοῦτον τὸν δαίμονα, ἔλυωσε τὴν σάρκα του μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες. Καὶ ἀφοῦ δὲν εἶδε ἀπὸ αὐτὰ καμμία ὠφέλεια, ἔγραψε τὸ πάθος σὲ χαρτὶ καὶ ἐπῆγε καὶ τὸ ἔδωσε σὲ κάποιον ἅγιο ἄνδρα. Ἔπεσε δὲ κατὰ πρόσωπον στὴν γῆ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἀνυψώση πρὸς αὐτὸν τὸ βλέμμα του. Ὁ γέροντας μόλις τὸ διάβασε, χαμογέλασε, καὶ ἀφοῦ σήκωσε τὸν ἀδελφό, τοῦ λέγει: «Βάλε, τέκνον μου, τὸ χέρι σου στὸν αὐχένα μου». Ἀφοῦ τὸ ἔβαλε ὁ ἀδελφός, τοῦ λέγει ὁ μέγας ἐκεῖνος: «Ἂς εἶναι ἐπάνω στὸν τράχηλό μου, ἀδελφέ, αὐτὴ ἡ ἁμαρτία, ὅσα χρόνια τὴν εἶχες ἢ θὰ τὴν ἔχης ἀκόμη. Μόνο ἐσὺ νὰ μὴν τὴν ὑπολογίζης πλέον καθόλου». Καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτὸς διαβεβαίωνε ὅτι δὲν πρόφθασε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ κελλὶ τοῦ γέροντος, καὶ τὸ πάθος ἔγινε ἄφαντο. Τοῦτο τὸ περιστατικὸ μοῦ τὸ διηγήθηκε δοξάζοντας τὸν Θεὸν ὁ ἴδιος ἀδελφὸς στὸν ὁποῖο συνέβη.

Ὅποιος ἐνίκησε τοῦτο τὸ πάθος ἀπεμάκρυνε τὴν ὑπερηφάνεια.

Λόγος περί ψεύδους Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος

 



Λόγος περί ψεύδους Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος
ΛΟΓΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ
Περί ψεύδους
1. Από τον σίδηρο και την πέτρα (διά της προσκρούσεως) γεννάται η φωτιά, και από την πολυλογία και τα ευτράπελα το ψεύδος. Το ψεύδος είναι εξαφάνισις της αγάπης∙ και η επιορκία άρνησις του Θεού.

2. Κανείς συνετός άνθρωπος άς μη θεωρή μικρό το αμάρτημα του ψεύδους, διότι το Πανάγιον Πνεύμα εξέδωσε εναντίον του την πιο φοβερή απόφασι: «Απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος» (Ψαλμ. ε΄ 7), όπως λέγει ο Δαβίδ προς τον Θεόν. Και εάν συμβή αυτό, τι πρόκειται να πάθουν εκείνοι πού συρράπτουν επί πλέον το ψεύδος με τους όρκους;

3. Εγνώρισα μερικούς που εκαυχώντο για τα ψεύδη τους. Αυτοί κατώρθωναν και έκαναν τους άλλους να γελούν με τις αστειότητες και τις αργολογίες τους, και έτσι εξαφάνιζαν ελεεινά το πένθος των μοναχών πού τους ακροάζονταν.

4. Όταν ιδούν οι δαίμονες ότι, μόλις αρχίση ο άθλιος ομιλητής να διηγήται τα ευτράπελα, προσπαθούμε να φύγωμε σαν από λοιμώδη ασθένεια, επιχειρούν να μας παρασύρουν με δύο απατηλούς λογισμούς: «Μη λυπήσης τον ομιλητή», μας συμβουλεύουν, ή «μη θέλεις να φανής πιο ευλαβής από όλους τους άλλους»! Φεύγε αμέσως, μην αργοπορήσης∙ ειδεμή στην ώρα της προσευχής θα σου έρχωνται στον νου αστεία. Και όχι μόνο να φεύγης, αλλά και να διαλύης με ευσεβή τρόπο το «πονηρόν συνέδριον», φέροντας στο μέσον την μνήμη του θανάτου και της Κρίσεως. Είναι καλύτερο ίσως να σε βρέξουν μερικές σταγόνες κενοδοξίας, προκειμένου να γίνης πρόξενος ωφελείας σε τόσους.

5. Η υποκρισία είναι πολλές φορές μητέρα και αιτία του ψεύδους. Τίποτε άλλο, λέγουν μερικοί, δεν είναι η υποκρισία, παρά μελέτη και δημιουργός του ψεύδους πού έχει μαζί της συμπεπλεγμένο τον ένοχο και άξιο τιμωρίας όρκο. Αυτός πού απέκτησε τον φόβο του Κυρίου, αποξενώθηκε από το ψεύδος, διότι έχει μέσα του ως αδέκαστο δικαστή την συνείδησί του.

6. Όπως σε όλα τα πάθη, έτσι και στο ψεύδος παρατηρούμε διαφορά ως προς την πνευματική βλάβη πού προξενεί. Επί παραδείγματι: Διαφορετική είναι η ενοχή ενός πού ψεύδεται από τον φόβο της τιμωρίας, και διαφορετική όταν δεν υπάρχη κίνδυνος. Άλλος πάλι είπε ψεύδος χάριν της τρυφής, άλλος χάριν της φιληδονίας, κάποιος για να κάνη τους άλλους να γελάσουν και άλλος για να επιβουλευθή και κακοποιήση τον αδελφό του.

7. Με τις τιμωρίες των κοσμικών αρχόντων το ψεύδος μειώνεται πολύ. Με το πλήθος όμως των δακρύων της κατανύξεως, εξαφανίζεται ολοσχερώς. Ο δαίμων πού μας προτρέπει στο ψεύδος προφασίζεται διαφόρους «οικονομικούς» λόγους και έτσι παρουσιάζει σαν μεγάλη αρετή αυτό πού αποτελεί απώλεια της ψυχής. Εκείνος πού πλάθει ψεύδη παρουσιάζεται ότι μιμείται την Ραάβ, (η οποία εχρησιμοποίησε το ψεύδος, για να σώση τους κατασκόπους του Ισραήλ), και νομίζει ότι με την ιδική του απώλεια προξενεί σωτηρία στους άλλους.

8. Όταν καθαρισθούμε τελείως από το πάθος του ψεύδους, τότε, σε μία εξαιρετική περίστασι, άς το χρησιμοποιήσωμε, αλλά και πάλι με φόβο. Το νήπιο δεν γνωρίζει το ψεύδος. Ομοίως και η ψυχή πού δεν έχει πονηρία. Εκείνος πού ευφράνθηκε από τον οίνο (και εμέθυσε), θα ομολογήση ακουσίως κάθε αλήθεια. Και εκείνος πού εμέθυσε από την κατάνυξι, δεν θα μπορέση να ψευσθή.

Βαθμίς δωδεκάτη! Όποιος την ανέβηκε απέκτησε την ρίζα των καλών.