Ἡ Μικρὴ Ἁγία Ἄννα, ἡ γνωστότερη ὡς
Μικραγιάννα, ἀποτελεῖ ἐξάρτημα τῆς Μεγάλης Σκήτης τῆς Ἁγίας
Ἄννας. Εὑρίσκεται μεταξὺ Ἁγίας Ἄννας καὶ Κατουνακίων σὲ βραχώδη κατωφέρεια καὶ
μὲ λίγη πράσινη ἐπιφάνεια λόγῳ τοῦ πετρώδους ἐδάφους.
Ἀποτελεῖται ἀπὸ δέκα «Καλύβες», κατὰ τὴν Ἁγιορείτικη ὁρολογία, ἀπὸ τὶς ὁποῖες οἱ δύο δὲν ἔχουν Ναό.
Ἡ ζωὴ στὴ Μικραγιάννα, σύμφωνα μὲ τὶς γραπτὲς μαρτυρίες καὶ τὴν παράδοση, ἀρχίζει τὸν δέκατο ἕκτο αἰῶνα μὲ τὴν ἐγκατάσταση τῶν πρώτων γνωστῶν κατοίκων της καὶ ἀσκητῶν, τῶν Ὁσίων Διονυσίου τοῦ Ρήτορος καὶ Μητροφάνους.
Οἱ δύο αὐτοὶ Ὅσιοι, προερχόμενοι ἀπὸ μετόχι τῆς σπουδαίας Μονῆς τοῦ Στουδίου τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ ζητώντας τόπο ἥσυχο καὶ ἀπόμακρο, ἔφθασαν καὶ στὴ Μικραγιάννα, ἀφοῦ πρῶτα πέρασαν ἀπὸ τὶς Καρυὲς καὶ τὴν Ἁγία Ἄννα, ποὺ τότε λεγόταν Σκήτη τῆς Λαύρας.
Μορφωμένος ὁ Ἅγιος Διονύσιος, τιμημένος ἀπὸ τὴ Μεγάλη Ἐκκλησία μὲ τὸ ὀφφίκιο τοῦ Ρήτορος, καὶ πνευματικὸς ἄνθρωπος κατὰ τὴ ζωή του, ἔγινε μαγνήτης καὶ τράβηξε κοντά του πολλοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους βοήθησε, στήριξε καὶ ἐνεθάρρυνε, καὶ ἐπιπλέον θαυματούργησε σὲ πολλούς, ὥστε ἡ κοίμησή του νὰ καταγραφῇ ὡς κάτι τὸ ἰδιαίτερο σὲ κώδικες τῆς Μονῆς Διονυσίου καὶ Δοχειαρίου.
Ἦταν ἄριστος καλλιγράφος καὶ συγγραφέας, καὶ βιβλία του βρίσκονται τόσο στὴ Μεγίστη Λαύρα ὅσο καὶ σὲ ἄλλες Μονὲς καὶ στὴ Σκήτη Ἁγίας Ἄννας.
Ἔχοντας τὸν Ἅγιο Διονύσιο Γέροντα, ὁ Ἅγιος Μητροφάνης διέπρεψε ὡς ὑποτακτικός, καὶ στὴ συνέχεια ὡς πνευματικὸς στὰ χωριὰ τῆς Χαλκιδικῆς ἐξομολογώντας καὶ στηρίζοντας τὸν κόσμο στὴν τότε τουρκοκρατούμενη χώρα. Αὐτὸς γνωστοποίησε καὶ μιὰ περίφημη ὀπτασία περὶ κολάσεως καὶ Παραδείσου κάποιου Δημητρίου ἀπὸ τὴ Στρατονίκη.
Ἡ μνήμη τῶν δύο αὐτῶν Ὁσίων Πατέρων τιμᾶται στὶς ἐννέα Ἰουλίου μὲ πανήγυρη στὸν σπηλαιώδη Ναό τους, ὅπου καὶ παλαιότερα ὑπῆρχε Ναὸς μαζὶ μὲ τὸ κελάκι τους. Ἀπόδειξη τοῦ περάσματός τους εἶναι ὁ σωζόμενος νιπτήρας τοῦ ναΐσκου τους καὶ τὸ ἐπίχρισμα ἀπὸ κορασάνι πάνω στὸν βράχο καὶ μέσα στὸ σπήλαιο.
Στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων ἀρκετὲς ἄλλες μορφὲς ἄφησαν τὸ στίγμα τους, ποὺ τὸ γνωρίζουμε ἀπὸ χειρόγραφες διηγήσεις, ἔγγραφα καὶ κείμενα.
Κυρίως ὅμως γνωστοὶ ἔμειναν οἱ περίφημοι Πνευματικοὶ παπα-Γρηγόρης, παπα-Σάββας, παπα-Κοσμᾶς, προηγούμενος Δανιὴλ καὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους τόσα καὶ τόσα διηγοῦνταν οἱ παλαιότεροι. Τί νὰ ποῦμε ἐπίσης γιὰ τὸν Γέροντα Γαβριὴλ ποὺ εἶχε τὸ χάρισμα τῶν δακρύων;
Ἀλλὰ καὶ στὸν εἰκοστὸ αἰῶνα, στὶς μέρες μας, μορφὲς ἅγιες καὶ ὁσιακὲς στόλισαν καὶ αὐτὸ τὸ παρτέρι τοῦ περιβολιοῦ τῆς Παναγίας μας, σὰν τὸν Γέροντα Ἀβιμέλεχ, πνευματικὸ παποῦ μας, φίλο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καὶ τῶν ἐξαδέλφων Ἀλεξάνδρων (Παπαδιαμάντη καὶ Μωραϊτίδη), ψάλτη τοῦ παπα-Πλανᾶ καὶ ἄλλων ἁπλοϊκῶν καὶ ἁγίων παπάδων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἁπλός, ἀνεπιτήδευτος, ἀνυπόκριτος, ἀκατάκριτος ὁ Γέροντας Ἀβιμέλεχ, ἄφησε στὸ πέρασμά του, τόσο στὸ Ἅγιον Ὄρος ὅσο καὶ στὸν κόσμο, τὴ φήμη ἁγίου Μοναχοῦ. Κοιμήθηκε σὲ βαθειὰ γηρατειὰ ἑκατὸν πέντε ἐτῶν.
Τί νὰ ποῦμε ὅμως καὶ γιὰ τὸν Γέροντά μας, τὸν Μοναχὸ Γεράσιμο τὸν Μικραγιαννανίτη, τὸ ἀηδόνι τῆς Ἐκκλησίας, τὸν χαρισματοῦχο Ὑμνογράφο, τὸν αὐστηρὸ καλόγηρο, τὸν στῦλο τῆς ὑπομονῆς, τὸ πρότυπο τῆς ὑπακοῆς;
Ἀπὸ μικρὸς ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ ἀφήνοντας τὴν Ἀθήνα καὶ τὰ καλά της γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀκολούθησε ἄγνωστο καλόγερο καὶ ἔφθασε στὰ βράχια τῆς Μικραγιάννας ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀγάπη τῆς Παναγίας μας. Ἀσκήθηκε σκληρὰ στὴ δύσκολη Μικραγιάννα, καὶ παρ’ ὅλο ποὺ ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τὸν Γέροντά του, ἐν τούτοις ἔκανε τὰ ἀδύνατα δυνατὰ καὶ παρέμεινε «μόνος μόνῳ τῷ Θεῷ τὴν ἐλπίδα ἀναθέμενος». Ἡ πίστη τοῦ ἀνεπτέρωσε τὴν ἐλπίδα, τοῦ φούντωσε τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ παρέμεινε στῦλος ἀκλόνητος ὑμνώντας τὸν Θεό, τὴν Παναγία μας καὶ τοὺς Ἁγίους «ὅλῃ ψυχῇ καὶ διανοίᾳ». Καὶ «τὸ Πανάγιον Πνεῦμα τὸ φωτίσαν τοὺς ἀγραμμάτους μαθητὰς» φώτισε τὸν πατέρα Γεράσιμο καὶ ἔγραψε ὕμνους, ἀναρίθμητους ὕμνους, καὶ πλούτισε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ μὲ τεράστιο ὑμνογραφικὸ ἔργο ποὺ τιμήθηκε ἀπὸ σύμπασα τὴν Ὀρθοδοξία.
Δὲν δελεάστηκε στὴ διάρκεια τῆς ζωῆς του ἀπὸ κοσμικὲς σειρῆνες, ποὺ τοῦ ὑπόσχονταν πολλά, ἀλλὰ τὰ παρέβλεψε ὅλα, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἐκπληρώσῃ τὸν πόθο του καὶ τὸν σκοπό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἄφησε τὸν κόσμο.
Ἔτσι εὐλογημένος ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ἔχοντας κοντά του περισσότερους ἀνθρώπους ἀπ’ ὅσους τὸν ἐγκατέλειψαν, ἔφυγε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο πλήρης ἡμερῶν ἀφήνοντας πίσω του τὴν εὐλογία του.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀείμνηστοι Γέροντές μας Ἱερομόναχοι Διονύσιος καὶ Μητροφάνης πέρασαν τὴν ἐδῶ ζωή τους μὲ ἄσκηση καὶ ταλαιπωρία, πάντα ὅμως ἐργαζόμενοι τὸ καλὸ καὶ βοηθώντας τοὺς πονεμένους καὶ ἀπελπισμένους ἀνθρώπους κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι τους.
Ἀφιερωμένοι ἀπὸ παιδικῆς ἡλικίας καὶ περνώντας δύσκολη ζωὴ ἀξιώθηκαν πολλῶν χαρίτων καὶ δωρεῶν. Ἰδιαιτέρως ὁ πατὴρ Διονύσιος ἀναδείχθηκε ἕνας ἐκ τῶν καλυτέρων Πνευματικῶν-ἐξομολόγων τῆς ἐποχῆς του. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐπιβραβεύοντας τὴ ζωή του, τοῦ χάρισε ἀγάπη, ὑπομονὴ καὶ διορατικότητα καὶ ἀνέπαυε πλήθη ἀνθρώπων, μικρῶν καὶ μεγάλων στὴν ἡλικία καὶ τὸ ἀξίωμα, πλουσίων καὶ φτωχῶν, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν.
Πολλοὶ τὸν θυμοῦνται καὶ τὸν εὐγνωμονοῦν γιὰ τὴ στήριξη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ τοὺς ἔδωσε.
Δυστυχῶς ὅμως γιὰ μᾶς ποὺ μείναμε πίσω, ὁ Θεὸς τοὺς πῆρε σὲ διάστημα ἑπτὰ μηνῶν τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλο, ἀφήνοντας ἐμᾶς ὀρφανούς.
Ἀπόδειξη τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ ἦταν καὶ ἡ ἀνάδειξη τοῦ π. Νικηφόρου, ἀδελφοῦ τῆς συνοδείας μας, σὲ Μητροπολίτη Κεντρώας Ἀφρικῆς. Ὁ π. Νικηφόρος, πρώην Σχολάρχης τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς καὶ Διευθυντὴς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου Ἀργυροκάστρου, φλεγόμενος ἀπὸ ἔνθεο ζῆλο, ὑπηρέτησε ὡς καθηγητὴς τόσο στὴν Ἀλβανία, ὅσο καὶ στὸ Κογκό, βοηθώντας ἔτσι στὸ ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς. Ἤδη εὑρισκόμενος ἐκεῖ ἀγωνίζεται πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του γιὰ τὴ διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὴ στερέωση τῶν νεοφωτίστων Χριστιανῶν καὶ τὴν ἀνάδειξή τους σὲ σωστὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στηριζόμενος στὶς εὐχὲς τῶν προαπελθόντων Γερόντων, τοὺς ὁποίους ὁλοψύχως ἀγάπησε.
Ἔτσι δὲν ἔπαψαν νὰ ὑπάρχουν εὐλογημένες μορφὲς στὴ Σκήτη τῆς Μικραγιάννας, καὶ ἐλπίζουμε ὅτι καὶ ἄλλες θὰ ἀναδειχθοῦν, ὥστε ἡ ζωὴ ἐδῶ νὰ συνεχίζεται ἀδιάκοπη, καὶ ἀκατάπαυστη δοξολογία νὰ ἀναπέμπεται ἀπὸ τὸ στόμα τῶν Πατέρων πρὸς τὸν Ἅγιο Θεό, τὴν Παναγία Του Μητέρα καὶ τοὺς Ἁγίους ποὺ τὸν τίμησαν, Διονύσιο καὶ Μητροφάνη.
Ἀποτελεῖται ἀπὸ δέκα «Καλύβες», κατὰ τὴν Ἁγιορείτικη ὁρολογία, ἀπὸ τὶς ὁποῖες οἱ δύο δὲν ἔχουν Ναό.
Ἡ ζωὴ στὴ Μικραγιάννα, σύμφωνα μὲ τὶς γραπτὲς μαρτυρίες καὶ τὴν παράδοση, ἀρχίζει τὸν δέκατο ἕκτο αἰῶνα μὲ τὴν ἐγκατάσταση τῶν πρώτων γνωστῶν κατοίκων της καὶ ἀσκητῶν, τῶν Ὁσίων Διονυσίου τοῦ Ρήτορος καὶ Μητροφάνους.
Οἱ δύο αὐτοὶ Ὅσιοι, προερχόμενοι ἀπὸ μετόχι τῆς σπουδαίας Μονῆς τοῦ Στουδίου τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ ζητώντας τόπο ἥσυχο καὶ ἀπόμακρο, ἔφθασαν καὶ στὴ Μικραγιάννα, ἀφοῦ πρῶτα πέρασαν ἀπὸ τὶς Καρυὲς καὶ τὴν Ἁγία Ἄννα, ποὺ τότε λεγόταν Σκήτη τῆς Λαύρας.
Μορφωμένος ὁ Ἅγιος Διονύσιος, τιμημένος ἀπὸ τὴ Μεγάλη Ἐκκλησία μὲ τὸ ὀφφίκιο τοῦ Ρήτορος, καὶ πνευματικὸς ἄνθρωπος κατὰ τὴ ζωή του, ἔγινε μαγνήτης καὶ τράβηξε κοντά του πολλοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους βοήθησε, στήριξε καὶ ἐνεθάρρυνε, καὶ ἐπιπλέον θαυματούργησε σὲ πολλούς, ὥστε ἡ κοίμησή του νὰ καταγραφῇ ὡς κάτι τὸ ἰδιαίτερο σὲ κώδικες τῆς Μονῆς Διονυσίου καὶ Δοχειαρίου.
Ἦταν ἄριστος καλλιγράφος καὶ συγγραφέας, καὶ βιβλία του βρίσκονται τόσο στὴ Μεγίστη Λαύρα ὅσο καὶ σὲ ἄλλες Μονὲς καὶ στὴ Σκήτη Ἁγίας Ἄννας.
Ἔχοντας τὸν Ἅγιο Διονύσιο Γέροντα, ὁ Ἅγιος Μητροφάνης διέπρεψε ὡς ὑποτακτικός, καὶ στὴ συνέχεια ὡς πνευματικὸς στὰ χωριὰ τῆς Χαλκιδικῆς ἐξομολογώντας καὶ στηρίζοντας τὸν κόσμο στὴν τότε τουρκοκρατούμενη χώρα. Αὐτὸς γνωστοποίησε καὶ μιὰ περίφημη ὀπτασία περὶ κολάσεως καὶ Παραδείσου κάποιου Δημητρίου ἀπὸ τὴ Στρατονίκη.
Ἡ μνήμη τῶν δύο αὐτῶν Ὁσίων Πατέρων τιμᾶται στὶς ἐννέα Ἰουλίου μὲ πανήγυρη στὸν σπηλαιώδη Ναό τους, ὅπου καὶ παλαιότερα ὑπῆρχε Ναὸς μαζὶ μὲ τὸ κελάκι τους. Ἀπόδειξη τοῦ περάσματός τους εἶναι ὁ σωζόμενος νιπτήρας τοῦ ναΐσκου τους καὶ τὸ ἐπίχρισμα ἀπὸ κορασάνι πάνω στὸν βράχο καὶ μέσα στὸ σπήλαιο.
Στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων ἀρκετὲς ἄλλες μορφὲς ἄφησαν τὸ στίγμα τους, ποὺ τὸ γνωρίζουμε ἀπὸ χειρόγραφες διηγήσεις, ἔγγραφα καὶ κείμενα.
Κυρίως ὅμως γνωστοὶ ἔμειναν οἱ περίφημοι Πνευματικοὶ παπα-Γρηγόρης, παπα-Σάββας, παπα-Κοσμᾶς, προηγούμενος Δανιὴλ καὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους τόσα καὶ τόσα διηγοῦνταν οἱ παλαιότεροι. Τί νὰ ποῦμε ἐπίσης γιὰ τὸν Γέροντα Γαβριὴλ ποὺ εἶχε τὸ χάρισμα τῶν δακρύων;
Ἀλλὰ καὶ στὸν εἰκοστὸ αἰῶνα, στὶς μέρες μας, μορφὲς ἅγιες καὶ ὁσιακὲς στόλισαν καὶ αὐτὸ τὸ παρτέρι τοῦ περιβολιοῦ τῆς Παναγίας μας, σὰν τὸν Γέροντα Ἀβιμέλεχ, πνευματικὸ παποῦ μας, φίλο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καὶ τῶν ἐξαδέλφων Ἀλεξάνδρων (Παπαδιαμάντη καὶ Μωραϊτίδη), ψάλτη τοῦ παπα-Πλανᾶ καὶ ἄλλων ἁπλοϊκῶν καὶ ἁγίων παπάδων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἁπλός, ἀνεπιτήδευτος, ἀνυπόκριτος, ἀκατάκριτος ὁ Γέροντας Ἀβιμέλεχ, ἄφησε στὸ πέρασμά του, τόσο στὸ Ἅγιον Ὄρος ὅσο καὶ στὸν κόσμο, τὴ φήμη ἁγίου Μοναχοῦ. Κοιμήθηκε σὲ βαθειὰ γηρατειὰ ἑκατὸν πέντε ἐτῶν.
Τί νὰ ποῦμε ὅμως καὶ γιὰ τὸν Γέροντά μας, τὸν Μοναχὸ Γεράσιμο τὸν Μικραγιαννανίτη, τὸ ἀηδόνι τῆς Ἐκκλησίας, τὸν χαρισματοῦχο Ὑμνογράφο, τὸν αὐστηρὸ καλόγηρο, τὸν στῦλο τῆς ὑπομονῆς, τὸ πρότυπο τῆς ὑπακοῆς;
Ἀπὸ μικρὸς ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ ἀφήνοντας τὴν Ἀθήνα καὶ τὰ καλά της γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀκολούθησε ἄγνωστο καλόγερο καὶ ἔφθασε στὰ βράχια τῆς Μικραγιάννας ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀγάπη τῆς Παναγίας μας. Ἀσκήθηκε σκληρὰ στὴ δύσκολη Μικραγιάννα, καὶ παρ’ ὅλο ποὺ ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τὸν Γέροντά του, ἐν τούτοις ἔκανε τὰ ἀδύνατα δυνατὰ καὶ παρέμεινε «μόνος μόνῳ τῷ Θεῷ τὴν ἐλπίδα ἀναθέμενος». Ἡ πίστη τοῦ ἀνεπτέρωσε τὴν ἐλπίδα, τοῦ φούντωσε τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ παρέμεινε στῦλος ἀκλόνητος ὑμνώντας τὸν Θεό, τὴν Παναγία μας καὶ τοὺς Ἁγίους «ὅλῃ ψυχῇ καὶ διανοίᾳ». Καὶ «τὸ Πανάγιον Πνεῦμα τὸ φωτίσαν τοὺς ἀγραμμάτους μαθητὰς» φώτισε τὸν πατέρα Γεράσιμο καὶ ἔγραψε ὕμνους, ἀναρίθμητους ὕμνους, καὶ πλούτισε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ μὲ τεράστιο ὑμνογραφικὸ ἔργο ποὺ τιμήθηκε ἀπὸ σύμπασα τὴν Ὀρθοδοξία.
Δὲν δελεάστηκε στὴ διάρκεια τῆς ζωῆς του ἀπὸ κοσμικὲς σειρῆνες, ποὺ τοῦ ὑπόσχονταν πολλά, ἀλλὰ τὰ παρέβλεψε ὅλα, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἐκπληρώσῃ τὸν πόθο του καὶ τὸν σκοπό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἄφησε τὸν κόσμο.
Ἔτσι εὐλογημένος ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ἔχοντας κοντά του περισσότερους ἀνθρώπους ἀπ’ ὅσους τὸν ἐγκατέλειψαν, ἔφυγε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο πλήρης ἡμερῶν ἀφήνοντας πίσω του τὴν εὐλογία του.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀείμνηστοι Γέροντές μας Ἱερομόναχοι Διονύσιος καὶ Μητροφάνης πέρασαν τὴν ἐδῶ ζωή τους μὲ ἄσκηση καὶ ταλαιπωρία, πάντα ὅμως ἐργαζόμενοι τὸ καλὸ καὶ βοηθώντας τοὺς πονεμένους καὶ ἀπελπισμένους ἀνθρώπους κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι τους.
Ἀφιερωμένοι ἀπὸ παιδικῆς ἡλικίας καὶ περνώντας δύσκολη ζωὴ ἀξιώθηκαν πολλῶν χαρίτων καὶ δωρεῶν. Ἰδιαιτέρως ὁ πατὴρ Διονύσιος ἀναδείχθηκε ἕνας ἐκ τῶν καλυτέρων Πνευματικῶν-ἐξομολόγων τῆς ἐποχῆς του. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐπιβραβεύοντας τὴ ζωή του, τοῦ χάρισε ἀγάπη, ὑπομονὴ καὶ διορατικότητα καὶ ἀνέπαυε πλήθη ἀνθρώπων, μικρῶν καὶ μεγάλων στὴν ἡλικία καὶ τὸ ἀξίωμα, πλουσίων καὶ φτωχῶν, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν.
Πολλοὶ τὸν θυμοῦνται καὶ τὸν εὐγνωμονοῦν γιὰ τὴ στήριξη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ τοὺς ἔδωσε.
Δυστυχῶς ὅμως γιὰ μᾶς ποὺ μείναμε πίσω, ὁ Θεὸς τοὺς πῆρε σὲ διάστημα ἑπτὰ μηνῶν τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλο, ἀφήνοντας ἐμᾶς ὀρφανούς.
Ἀπόδειξη τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ ἦταν καὶ ἡ ἀνάδειξη τοῦ π. Νικηφόρου, ἀδελφοῦ τῆς συνοδείας μας, σὲ Μητροπολίτη Κεντρώας Ἀφρικῆς. Ὁ π. Νικηφόρος, πρώην Σχολάρχης τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς καὶ Διευθυντὴς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου Ἀργυροκάστρου, φλεγόμενος ἀπὸ ἔνθεο ζῆλο, ὑπηρέτησε ὡς καθηγητὴς τόσο στὴν Ἀλβανία, ὅσο καὶ στὸ Κογκό, βοηθώντας ἔτσι στὸ ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς. Ἤδη εὑρισκόμενος ἐκεῖ ἀγωνίζεται πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του γιὰ τὴ διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὴ στερέωση τῶν νεοφωτίστων Χριστιανῶν καὶ τὴν ἀνάδειξή τους σὲ σωστὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στηριζόμενος στὶς εὐχὲς τῶν προαπελθόντων Γερόντων, τοὺς ὁποίους ὁλοψύχως ἀγάπησε.
Ἔτσι δὲν ἔπαψαν νὰ ὑπάρχουν εὐλογημένες μορφὲς στὴ Σκήτη τῆς Μικραγιάννας, καὶ ἐλπίζουμε ὅτι καὶ ἄλλες θὰ ἀναδειχθοῦν, ὥστε ἡ ζωὴ ἐδῶ νὰ συνεχίζεται ἀδιάκοπη, καὶ ἀκατάπαυστη δοξολογία νὰ ἀναπέμπεται ἀπὸ τὸ στόμα τῶν Πατέρων πρὸς τὸν Ἅγιο Θεό, τὴν Παναγία Του Μητέρα καὶ τοὺς Ἁγίους ποὺ τὸν τίμησαν, Διονύσιο καὶ Μητροφάνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου